12.17.2012

υποκύπτω 33

με λίγα σημάδια στο λαιμό κι άγουρες φωτιές
ψηλά στο σκοτεινό δωμάτιο
πίσω από τη σπηλιά του δάσους
ανάμεσα σ' όλα αυτά που θα γίνω
φίλησα το δέρμα του πλατάνου
το κορμί μου γκρέμισα στο κέντρο της πλατείας
τη γενιά μου κάρφωσα στο ύψος των ματιών μου
τα παιδιά μου ξαμόλισα αβάφτιστα
να 'χει να λέει η γειτονιά
για τα καμώματά μου

κι ύστερα που δεν θα μάς μείνουν άλλες λέξεις
τα στόματα αδειανά μπουρμπουλήθρες θα σκορπίζουν
και τα σώματα που δεν ήτανε πλασμένα παρά μόνο για τον έρωτα
και τα σώματά μας που δεν τα λυπηθήκαμε
δίχως λέξεις
τα λευτερώσαμε
τ' απελπίσαμε
τα είδαμε με λίγη συμπόνοια
να εξαντλούνται
πριν το τέλος της διαδρομής
κι ούτε όρκο θα σού ορκιστώ
ούτε προσευχή θα προσευχηθώ
δεν θα χω καταφύγιο για το κρύο
δεν θα χω τίποτα για μένα
δεν θα χω τίποτα
σαν να μη θέλησα ποτέ μου τίποτα

θα πλανηθώ