4.10.2010

υποκύπτω 11

κάθομαι στο σαλόνι
σταυροπόδι
μ' ένα καφέ στα χέρια
ανάμεσα στα δυο χέρια
με τα δυο τα χέρια
απέναντι
ή και
ή μήπως
ή ίσως
παράλληλα
από μία τηλεόραση
τουλάχιστον μία
ή τουλάχιστον τηλεόραση
που χιονίζει ως σχήμα λόγου
καταμεσής κατακαλόκαιρου
καταμεσής της μέρας
ως σχήμα φόνου
εγώ
δεν ξέρω
που κοιτάω
εγώ
δεν ξέρω
που κοιτάω
εγώ
ακούω
ακούω
τη βρύση του μπάνιου
τη βρύση από το μπάνιο
που 'ναι ανοιχτή
να πλημμυρίζει το σαλόνι
και δεν ξέρω αν πατώνω πια
πάνω στην καρέκλα σταυροπόδι
εγώ
δεν ξέρω
ούτε που κοιτάω
ούτε αν πατώνω
δεν ξέρω
ούτε αν αναπνέω
πάνω στην καρέκλα σταυροπόδι
αν είναι το στήθος που φουσκώνει
ή αν
ή μήπως
ή ίσως
αν είναι που είναι
η θάλασσα που φουσκώνει
καταμεσής στο σαλόνι
κατακαλόκαιρο
όταν χάνεται από το χέρι του παιδιού
ένα μπαλόνι
καταμεσής στο στήθος μου

παρότρυνση 12

να μου μιλάς για έρωτες
αυτούς που γίνανε αγάπη
αυτούς που πέσαν στο κρεβάτι
αυτούς που κρεμάστηκαν στα χείλη
κι αυτούς που χάθηκαν στα μάτια

να μου μιλάς για έρωτες
όλων των ειδών
αυτούς που πέταξαν στον ουρανό
αυτούς που βυθίστηκαν στο νερό
αυτούς που ρίζωσαν στο χώμα
κι αυτούς που γίναν χιόνι στο βουνό

να μου μιλάς για έρωτες
περνάει έτσι πιο ευχάριστα η ώρα
και θα 'μαι καλός μαζί σου
και δεν θα σε διακόπτω
και θα σου προσφέρω τσάι με μανταρίνι
και δυο φιλιά στο μάγουλο για καληνύχτα

μόνο για έρωτες να μου μιλάς
και μη σταματάς
έτσι περνάει ευχάριστα η ώρα
μέσα σ' αυτή την έρημη χώρα

επι Θ υμία 13

συντροφιά με τα λαίμαργα περιστέρια
σε μια κεντρική βρώμικη πλατεία
ασφυκτικά γεμάτη με αδιάφορους βιαστικούς
και κάπου κάπου όμορφους
περαστικούς

ένα βιβλίο για καμουφλάζ
βολεμένος στη μια γωνιά από το παγκάκι
παρατηρώ τα βήματά τους
την κίνηση των χεριών τους
τα μάτια τους πίσω από τα γυαλιά τους

έτσι θα περάσει αυτό το πρωινό
με τα περιστέρια να πλησιάζουν λαίμαργα
στρουμπουλά σαν κοτόπουλα
ψάχνοντας τα ψίχουλά μου
ψάχνοντας να καταβροχθίσουν ό,τι μου περισσεύει

πάντα κάτι περισσεύει
αναπόφευκτη συνέπεια της φθοράς μου

κάποιος κερδίζει κάποιος χάνει

κι όλα συνεχίζουν

είτε μέσα στη βαβούρα μιας πλατείας
κεντρικής και βρώμικης
είτε μέσα στην ασφυκτική παγερή ηρεμία
ενός μακρινού άστρου στη μέση του διαστήματος

είτε εδώ είτε εκεί
δεν μπορώ να συνηθίσω
τίποτα δεν μου ταιριάζει

κι όταν πεθάνω
ούτε περιστέρι θέλω να γίνω
ούτε άστρο θέλω να γίνω
κι όταν πεθάνω
το τίποτα να ξαναγίνω
χωρίς πολλά πολλά
χωρίς τίποτα
το τίποτα

he gets angry